Δυσανεξία στη γλουτένη

Δυσανεξία στη γλουτένη

Κοιλιοκάκη

 Η κοιλιοκάκη (ή δυσανεξία στη γλουτένη) είναι μία κατάσταση κατά την οποία το ανοσοποιητικό μας επιτίθεται σε διάφορα όργανά μας όταν λαμβάνουμε διατροφικά γλουτένη. Αυτό που συμβαίνει είναι πως το ανοσοποιητικό μας αντιδρά σε μία ομάδα πρωτεϊνών που καλούνται συνολικά γλουτένη, προκαλώντας αυτο-φλεγμονή, η οποία καταστρέφει το λεπτό έντερο, επηρεάζοντας έτσι την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών. Η ομάδα αυτή πρωτεϊνών βρίσκεται σε υψηλή συγκέντρωση σε δημητριακά (αλεύρι, σίκαλη, βρώμη, κριθάρι κ.ά.) και τα παράγωγά τους (ψωμί, κράκερς/κρουτόν, ζυμαρικά, vegan υποκατάστατα κρέατος, μπύρα κ.ά) και η δυσανεξία σε αυτά μπορεί να προκαλέσει ένα μεγάλο εύρος συμπτωμάτων, με κλασσικότερα τη διάρροια, τον πόνο στην κοιλιακή χώρα, απώλεια όρεξης και σε παιδική ηλικία απορύθμιση της σωστής ανάπτυξης.

Τα μη κλάσσικά συμπτώματα είναι πιο συχνά στον πληθυσμό και ιδίως σε ενήλικες ή γενικότερα άτομα άνω των 2 ετών.  Παρ'ότι η κοιλιοκάκη πρωτοπαρατηρήθηκε σαν ασθένεια της παιδικής ηλικίας πλέον γνωρίζουμε πως μπορεί να προκύψει και αργότερα στη ζωή και να μην συνοδεύεται από ιδιαίτερα εμφανή συμπτώματα. Έχει συσχετιστεί με γενετική προδιάθεση αλλά και την εμφάνιση άλλων αυτοάνοσων συνδρόμων όπως ο διαβήτης τύπου 1 και η θυρεοειδίτιδα  Hashimoto.

Μετά από διατροφική έκθεση σε γλουτένη, μία ανοσολογική απάντηση οδηγεί στην παραγωγή αυτο-αντισωμάτων που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την λειτουργία πολλών διαφορετικών οργάνων και να οδηγήσουν στην σταδιακή καταστροφή τους.  H φλεγμωνώδης αυτή ανοσολογική απόκριση μπορεί να οδηγήσει σε σμίκρυνση των λαχνών του λεπτού εντέρου και ατροφία τους. Αυτό επηρεάζει άμεσα την απορρόφηση θρεπτικών συστατικών (σίδηρο, βιταμίνες Κ, D και Β12, φολικό οξύ, ψευδάργυρο, σελήνιο κ.ά.) οδηγώντας συχνά και στην ανάπτυξη αναιμίας.

Η μόνη γνωστή και αποδοτική θεραπεία για την κοιλιοκάκη είναι ο αυστηρός διατροφικός αποκλεισμός της γλουτένης που επαναφέρει την βλεννώδη επίστρωση του εντέρου, βελτιώνει σχεδόν πλήρως τα συμπτώματα και μειώνει το ρίσκο ανάπτυξης επιπλοκών. Εαν δεν διαγνωσθεί και άρα δεν θεραπευτεί έγκαιρα μπορεί να οδηγήσει σε καρκίνους με χαρακτηριστικότερο το εντερικό λέμφωμα και σε πρώιμο θάνατο. Η κοιλιοκάκη έχει βρεθεί πως είναι ελαφρώς συχνότερη στις γυναίκες (όπως και πολλά ακόμη αυτοάνοσα).

 

Επιστημονικός Υπεύθυνος

Γκιρτζιμανάκη Κατερίνα M.Sc., Phd,

Γενετίστρια- Μοριακή Βιολόγος

Postdoctoral Researcher, IMBB-FORTH

Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης , 6983270280